Πως θα μπουν τα ελληνικά προϊόντα στα βρετανικά ράφια; - FnB Daily
Τα νέα trends της βρετανικής αγοράς βιολογικών προϊόντων και τις ευκαιρίες, που υπάρχουν για τη διείσδυση ελληνικών επιχειρήσεων από τον κλάδο τροφίμων-ποτών, συζητήθηκαν στο event, που οργάνωσε η RECO.
Σημειώνεται ότι, οι πωλήσεις βιολογικών τροφίμων και ποτών στο Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκαν κατά 4,5% το 2019, φθάνοντας σε επίπεδα-ρεκόρ £2,45 δισ. λιρών και αναμένεται να ξεπεράσουν τα £2,6 δισ. μέχρι το τέλος του 2020, γεγονός που μεταφράζεται σε μηνιαίες αγορές 200 εκατ. λιρών για βιολογικά τρόφιμα και ποτά.
Στη συζήτηση υπογραμμίστηκε ότι ως αγορά με μεγάλη κατανάλωση βιολογικών προϊόντων, αλλά και με την περαιτέρω ζήτηση, που προέκυψε λόγω COVID-19, το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελεί μια αγορά εξαιρετικής σημαντικότητας για τον κλάδο του F&B, αλλά και στρατηγικής σημασίας για τον αγροδιατροφικό τομέα της Ελλάδος.
LEE HOLDSTOCK: ΝΑ ΚΕΡΔΙΣΕΤΕ ΤΟΥΣ…ΔΥΣΠΙΣΤΟΥΣ ΒΡΕΤΑΝΟΥΣ
Σύμφωνα με τον Lee Holdstock, senior business & trade development manager του Soil Association, το πιο πιεστικό ζήτημα για τα βιολογικά προϊόντα στη χώρα εν μέσω των διεργασιών για το Brexit αποτελεί το labelling, με τις εταιρείες να προχωρούν σε rebranding των προϊόντων τους.
Υπογράμμισε ακόμη ότι για την… δυσπιστία που χαρακτηρίζει τους Βρετανούς απέναντι στα προϊόντα, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκεται στην 2η θέση παγκοσμίως στον Mistrust Index.
Επιβεβαίωσε πάντως ότι η αγορά των βιολογικών θα αυξήσει τους ρυθμούς ανάπτυξης λόγω covid-19 όχι μόνο φέτος αλλά και τα επόμενα χρόνια. Σημείωσε δε ότι τον Μάιο έτρεχε με ρυθμούς 6,1%, σχεδόν με διπλάσια ταχύτητα από τον κλάδο τροφίμων (3,3%) με κάποια προϊόντα να καταγράφουν ισχυρά διψήφια νούμερα όπως π.χ. το βιολο- γικό κρασί (+50%). Στάθηκε ακόμη στην ανάπτυξη των online πωλήσεων, οι οποίες σημειώνουν άνοδο 11,2%, υπερδιπλάσια από πέρυσι.
Τεκμηρίωσε δε τις θετικές του προβλέψεις για τη μελλοντική πορεία του κλάδου τα επόμενα χρόνια με την επισήμανση ότι οι μεγάλοι retailers στη χώρα διαπιστώνουν ότι η σημερινή κρίση είναι τελείως διαφορετική από εκείνη του 2008 και πλέον δεν αντιμετωπίζουν τα βιολογικά ως premium προϊόντα – τα οποία είχαν περιορίσει τότε – καθώς στη σημερινή συγκυρία αποτελούν βασικές επιλογές των καταναλωτών.
AL OVERTON: ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΑΣΤΕ BRANDS, ΟΧΙ COMMODITIES
Ο Al Overton, buying director, της αλυσίδας σούπερ μάρκετ με βιολογικά προϊόντα, Planet Organic – η οποία έχει 8 καταστήματα πέριξ του Λονδίνου, ενώ από τον Μάρτιο πρόσθεσε ακόμη 7 μετά την εξαγορά της as nature intended – ανέφερε ότι τα νέα trends στη μετά-covid 19 εποχή είναι μεταξύ άλλων η αύξηση των online αγορών, των ανέπαφων λύσεων πληρωμής, του food delivery και της ενισχυμένης ζήτησης για φρέσκα προϊόντα (κρέας, αυγά, λαχανικά κ.ά.)
Πρόσθεσε βέβαια ότι, «δεν ξέρουμε ποια θα είναι η νέα κανονικότητα μετά την πανδημία», ωστόσο σχετικά με τη στρατηγική, που ακολουθεί η εταιρεία υπογράμμισε ότι «είμαστε retailers των brands, δεν εμπορευόμαστε commodities. Υπάρχουν λίγες εταιρείες, που έχουν όλο το πακέτο, δηλαδή brand, labelling και σωστές τιμές.»
Σχετικά με την παρουσία των ελληνικών βιολογικών προϊόντων στα ράφια των βρετανικών σούπερ μάρκετ, τόνισε ότι είναι κυρίως:
• Γαλακτοκομικά (υπογραμμίζοντας το κεφίρ ως trend της εποχής)
• Ελαιόλαδο
• Ελιές
• Αntipasti
Για να μπορέσουν οι Έλληνες παραγωγοί βιολογικών προϊόντων να μπουν στα ράφια χρειάζεται, σύμφωνα με τον Al Overton, να δώσουν έμφαση σε:
• Ποιότητα
• Ποικιλία
• Service & εμπειρία
• Τιμή
Πρόσθεσε χαρακτηριστικά ότι πρέπει να δώσουν έμφαση σε packaging και τιμή, προκειμένου να πείσουν τον Βρετανό κατανα- λωτή να το αγοράσει για πρώτη φορά, αλλά να έχει ακόμα το προϊόν υψηλή ποιότητα και θελκτική γεύση, ώστε να τον πείσει να το αγοράσει ξανά. Πρέπει να εστιάσουν στο health και το well being και στα…simple logistics.
Σημείωσε δε ότι στα ράφια της αλυσίδας έχει περίπου 6.000 βιολογικά προϊόντα, όμως κάθε χρονιά κάνει delisting, οπότε χρειάζεται συνεχής προσπάθεια από τους παραγωγούς για να έχουν μόνιμη θέση.
MISCHA MATTHEWSHILL: ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΩΣΟΥΝ ΕΜΦΑΣΗ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΟΙ
Ενδιαφέρον είχαν και οι τοποθετήσεις του Mischa Matthews – Hill, UK sales manager για τα ελληνικά προϊόντα Mani Blaeuel και Κουρέλλας.
Με σχεδόν 16 χρόνια εμπειρία στα βιολογικά, ανέφερε ότι η βρετανική αγορά είναι πολύ ενδιαφέρουσα αλλά πολύ δύσκολη για να μπει κάποιος Έλληνας παραγωγός. Σε καθημερινή βάση οι retailers δέχονται δεκάδες κλήσεις από εταιρείες που θέλουν να τοποθετήσουν τα προϊόντα τους στα ράφια. Τόνισε ότι το ποιος θα επικρατήσει τελικά δεν είναι μόνο θέμα ποιότητας, αλλά και άλλων παραγόντων, όπως είναι π.χ.:
• Το branding
• Η εμφάνιση
• Το story telling
• Ζητήματα logistics
Υπογράμμισε ότι οι Ιταλοί και οι Ισπανοί είναι καλύτεροι στους παραπάνω τομείς από τους Έλληνες – παρότι έχουμε βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια – ενώ σε ό,τι αφορά τα logistics, επισήμανε τις απαιτήσεις, που έχουν οι retailers για την ομαλή και έγκαιρη μεταφορά των προϊόντων, η οποία είναι δύσκολη, σε σχέση με τον ανταγωνισμό, για μία χώρα τόσο μακρινή όπως είναι η Ελλάδα.
Για τα χαρακτηριστικά, που πρέπει να διαθέτει μία ελληνική εταιρεία για να βάλει τα προϊόντα της στη Μεγάλη Βρετανία, σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι πρέπει να έχει μεγάλη υπομονή, πρέπει να κάνουν πρώτα τους Βρετανούς να τους εμπιστευτούν, τονίζοντας με έμφαση ότι «εμάς μας πήρε περίπου 3 χρόνια συνεχούς δουλειάς πριν πειστούν κάποιοι retailers να βάλουν ορισμένες ποσότητες στα ράφια τους, ειδικά λόγω και των δημοσιονομικών προβλημάτων, που αντιμετώπιζε η χώρα μας τα τελευταία χρόνια, κάτι που επηρέασε την κοινή γνώμη.» Και αφού μπουν τα προϊόντα στα ράφια, ακολουθεί μία ακόμη μεγαλύτερη προσπάθεια για να παραμείνουν.
Τόνισε χαρακτηριστικά ότι «επενδύσαμε περίπου 15.000 ευρώ για να αποφύγουμε τα…delisting.» Εκτός από την υπομονή και την επιμονή, ο Mischa Matthews – Hill υπογράμμισε ότι «πρέπει να βρεις την αγορά για το προϊόν σου, κάτι που σημαίνει ότι πρέπει να βρεις διανομέα, sales agent για να καταλάβεις πως δουλεύει η βρετανική αγορά», προσθέτοντας ότι «πρόκειται για μία fast moving market, όπου αλλάζει καθημερινά το αγοραστικό καλάθι.»
ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ: ΕΤΟΙΜΟΙ ΝΑ ΜΠΟΥΜΕ ΜΕ ΝΕΑ ΓΙΑΟΥΡΤΙΑ
Ο Κώστας Παπαδόπουλος, CEO της Bioagros, θεωρεί τη βρετανική ως μία από τις σημαντικότερες αγορές για τα βιολογικά προϊόντα, καθώς οι Βρετανοί δίνουν έμφαση κυρίως στην ποιότητα, βάζοντας σε δεύτερο πλάνο την τιμή.
Παραδέχτηκε βέβαια ότι πρόκειται για μία πολύ δύσκολη αγορά, όπου για να μπεις πρέπει να οργανώσεις τα πάντα σε πολύ υψηλό επίπεδο. Τόνισε χαρακτηριστικά ότι, «χρειάζεσαι προσεκτικές κινήσεις, να βρεις τους σωστούς ανθρώπους, συνεργάτες που θα σου δώσουν τον τρόπο που σκέφτονται οι καταναλωτές».
Αναφορικά με τα προϊόντα ανέφερε ότι «πρέπει να χτίσεις προϊόν που θα αρέσει στον κόσμο. Πρέπει να δοθεί έμφαση στις γεύσεις, την συσκευασία κλπ».
Αποκάλυψε ότι η εταιρεία έχει ρίξει όλο το βάρος στον τομέα του γιαουρτιού, που είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στη χώρα, σημειώνοντας ότι «ύστερα από τουλάχιστον δύο χρόνια έρευνας έχουμε μπει στην τελική ευθεία για να τοποθετήσουμε τα νέα μας γιαούρτια στη βρετανική αγορά», κάτι το οποίο το προσδιορίζει χρονικά προς τα τέλη του 2020 με αρχές του 2021.
Γενικότερα θεωρεί ότι πολλές ελληνικές εταιρείες έχουν προϊόντα με καλά υλικά και συσκευασίες και με το τέλος της πανδημίας θα έχουν τις ευκαιρίες να μπουν στην αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ: ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΓΙΑ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ & ΕΞΑΓΩΓΕΣ
Ο Δημήτρης Δημητριάδης, γενικός, διευθυντής του ΔΗΩ, του Οργανισμού Ελέγχου και Πιστοποίησης Βιολογικών Προϊόντων, ανέφερε ότι η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες, που μπήκαν στο χώρο των βιολογικών, σημειώνοντας χαρακτηριστικά το παράδειγμα του ελαιολάδου, όπου το 1996 η Ελλάδα παρήγαγε 300 τόνους βιολογικού προϊόντος, όταν η Ιταλία δεν είχε καθόλου παραγωγή. Τα επόμενα χρόνια όμως οι Ιταλοί πήραν την αγορά, αφού διαθέτουν τα κατάλληλα εμπορικά κανάλια.
Σύμφωνα με τον κ. Δημητριάδη, το σημαντικότερο για τις εταιρείες, που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή βιολογικών προϊόντων, είναι η ύπαρξη κεφαλαίων, τα οποία είναι απαραίτητα για επενδύσεις σε νέες μεθόδους και τις εξαγωγές, καθώς δεν αρκεί η παρουσία σε κάποιες εκθέσεις.
Σχετικά με την ΔΗΩ ανέφερε ότι έχει δημιουργηθεί πλατφόρμα η οποία χρησιμοποιείται από εταιρείες που έχουν πιστοποιηθεί από τον Οργανισμό, με στόχο την υποστήριξή τους για την προώθηση των προϊόντων τους.
ΜΠΕΤΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΥ: Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ENTERPRISE GREECE
Η Μπέτυ Αλεξανδροπούλου, Εντεταλμένη Σύμβουλος και Μέλος Δ.Σ του Enterprise Greece, τόνισε ότι η βρετανική αγορά είναι πολύ σημαντική για τους Έλληνες εξαγωγείς, με τον Οργανισμό να δίνει έμφαση στο χτίσιμο του brand Ελλάδα, να γνωρίσει π.χ. το βρετανικό κοινό ότι στη χώρα μας υπάρχουν περίπου 30.000 παραγωγοί βιολογικών προϊόντων.
Παράλληλα, συνεχίζει να στηρίζει κάθε εταιρεία στην προώθηση των προϊόντων της, εστιάζοντας, μεταξύ άλλων, σε:
• ψηφιακές πρωτοβουλίες, όπου γίνονται συνεργασίες με πλατφόρμες. Μάλιστα σε πιλοτική φάση βρίσκεται μία νέα πλατφόρμα για τον τομέα των τροφίμων-ποτών, ενώ παράλληλα προωθούνται b2b digital events
• συμμετοχές σε εκθέσεις, food taste, παρουσιάσεις κλπ
• συνεχείς ενημερώσεις για τις ευκαιρίες που έχουν σχέση με την οικονομική υποστήριξη των εταιρειών (μέσω σχετικών κοινοτικών χρηματοδοτικών εργαλείων)